Η Κάλυμνος ευγνωμονούσα τα ξενιτεμένα παιδιά της.
Του Νικήτα Καραφυλλάκη.
Η γνωστή πανδημία κράτησε για περισσότερα από δύο χρόνια τα ξενιτεμένα αδέρφια μας μακριά από τον τόπο που αντίκρισαν, οι ίδιοι ή οι γονείς τους, το πρώτο φως της ζωής.
Η νοσταλγία κτύπησε κόκκινο. Κι αυτό το καλοκαίρι, χιλιάδες δικοί μας άνθρωποι ήρθαν από παντού να δουν, να χαρούν φίλους και συγγενείς, να αποκτήσουν νέους, να βαφτίσουν και να παντρέψουν εγγόνια και παιδιά τους. Να επισκεφτούν, να ασπαστούν και να προσκυνήσουν μοναστήρια και τάφους γονιών και συγγενών, τους οποίους, όπου κι αν χάθηκαν, εδώ στα ιερά χώματα της πατρίδας τούς ενταφίασαν για την αιώνια ανάπαυση και ειρήνη τους.
Ήρθαν να ανοίξουν και να συντηρήσουν τα πατρικά σπίτια, να κτίσουν ή να αγοράσουν δικά τους, όσοι έφυγαν ανέστιοι από τον ιερό βράχο τους. Να απολαύσουν ό,τι στερήθηκαν πριν από τον ξεριζωμό, όσα η φτώχεια, οι δυσκολίες, οι πληγές και οι περιπέτειες της μικρής πατρίδας τούς οδήγησαν στην οδυνηρή απόφαση να ακολουθήσουν τη μοίρα της φυλής εδώ και χιλιάδες χρόνια. Απόδημοι που αναζήτησαν νέους τόπους, νέες πατρίδες για να υιοθετηθούν ως παιδιά τους. Είναι οι σύγχρονοι "Αργοναύτες" που αναζήτησαν το χρυσόμαλλο δέρας σε μακρινές Χώρες. Έτσι γράφτηκε η σύγχρονη ιστορία της μετανάστευσης. Εκεί, μόνοι, απελπισμένοι και αβοήθητοι, άγλωσσοι και ανεπάγγελτοι, με μοναδικά όπλα την εργατική τους δύναμη, τις ηθικές και οικογενειακές παραδόσεις, την τιμιότητα και την εργατικότητα, μέσα από μύριες δυσκολίες, στα πρώτα τους βήματα, θα αγωνιστούν σκληρά για να βγουν από την καταθλιπτική σκιά και το περιθώριο της ζωής, όπου τους είχε καταδικάσει ο τόπος τους.
Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, στην ξηρά και στη θάλασσα, ανεξάρτητα από κλιματολογικές συνθήκες, γλώσσες κι εργασίες, ο Καλύμνιος μετανάστης θα δηλώσει παρών. Ο Αίολος και ο Ποσειδώνας, ακόμα και ο Ξένιος Δίας, δεν θα σταθούν πάντοτε φιλικοί απέναντί του. Θα αντιμετωπίσει "φουρτούνες" και "ναυάγια", θα συναντήσει φιλικούς "Λωτοφάγους" αλλά και εχθρικούς "Λαιστρυγόνες". Θα κινδυνεύσει να παρασυρθεί από κάθε λογής θέλγητρα, "όπως Ιθάκης επιλήσεται"*. Θα αγωνιστεί, θα παλέψει σκληρά, αντιμέτωπος με ανυπέρβλητα εμπόδια. Θα ζήσει πολλές φορές μακριά από την οικογενειακή του εστία, περισσότερα χρόνια και από τον μυθικό Οδυσσέα και δεν θα έχει σε κάποιες περιπτώσεις την τύχη να δει, όπως εκείνος, "καπνόν αποθρώσκοντα"**. Αυτό έγινε στην Αμερική σε δυσκολότερες εποχές. Το ίδιο επαναλήφθηκε στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες. Θα ζήσει σε κοινόβια, θα εργαστεί εξαντλητικά, θα υποφέρει αλλά θα γευτεί, κατά κανόνα, στο τέλος τη χαρά και την ικανοποίηση της επιτυχίας.
Με την πάροδο του χρόνου και με το επιχειρηματικό και εμπορικό ελληνικό του δαιμόνιο ο Καλύμνιος μετανάστης, της Αμερικής, του Καναδά, της Αφρικής, του Βελγίου, της Γερμανίας, της Αυστραλίας, θα εγκαταλείψει συχνά αφεντικά και προστάτες, μεροκάματα και εξαρτημένες εργασίες και θα αναδειχθεί σε ισχυρό οικονομικό παράγοντα στη νέα πατρίδα του. Θα στηρίξει και θα μορφώσει τα παιδιά του. Θα βοηθήσει όλα τα μέλη της Μεγάλης Οικογένειας, όπως τη νιώθουμε και την εννοούμε στη Χώρα μας.
Θα εμπλουτίσει την κοινωνική ζωή του στην ξενιτιά με πολιτιστικές εκδηλώσεις, γιορτές, πανηγύρια, γλέντια και χορούς, που θα τον βοηθήσουν να σταθεί όρθιος και δυνατός, για ν' αντέξει οδυνηρές απουσίες και μνήμες, όσες σήκωσε φεύγοντας στις αποσκευές της καρδιάς του.
Οι συμπατριώτες μας στους μακρινούς τόπους, όπου βρέθηκαν για ένα κομμάτι ψωμί που τους στέρησε η φτωχή πατρίδα, ζούσαν πάντοτε με τον πόθο και την ελπίδα της επιστροφής. Μέλημά τους να μη λησμονήσουν την ιστορία, να μη χάσουν την ορθοδοξία, τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμά τους. Να μην αλλοτριωθούν σαν τους αρχαίους Ποσειδωνιάτες*** που αφελληνίσθησαν σιγά σιγά χωρίς να το καταλάβουν.
Οι Καλύμνιοι της διασποράς, φεύγοντας δεν ξέχασαν την πατρίδα. Την πήραν μαζί τους. Κουβάλησαν ό,τι καλό και ωραίο τους πρόσφερε και λησμόνησαν ότι τους πίκρανε. Η απουσία, ο χρόνος και η απόσταση έσβησαν τις μελανές και γκρίζες σκιές, τα χρώματα του μόχθου και της στερημένης ζωής τους. Κέρδισαν με την εργατικότητα, την ευσυνειδησία, τη νοικοκυροσύνη και το φιλοπρόοδο πνεύμα τους την αναγνώριση, τον σεβασμό, την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση των αλλοδαπών. Ανέκτησαν τη χαμένη αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία για ένα καλύτερο μέλλον.
Μετά από καιρό πολλοί ομογενείς άρχισαν να οραματίζονται και κάποιοι να πειραματίζονται τον επαναπατρισμό τους.
Η επανένταξη όμως του μετανάστη θα αποδειχθεί εξίσου δύσκολη με εκείνη της ενσωμάτωσής του σε ξένους τόπους. Επιστρέφοντας, δεν θα βρει, δυστυχώς, την πολιτική, οικονομική, κοινωνική και εργασιακή στήριξη, που του παρείχε η θετή πατρίδα. Θα δυσκολευτεί να προσαρμοστεί επαγγελματικά, ακόμα και γλωσσικά, σε ένα περιβάλλον που δεν του θυμίζει πια ούτε το ξένο που εγκατέλειψε ούτε το παλιό που άφησε. Θα νιώσει μετέωρος και παρείσακτος στον γενέθλιο βράχο του! Ξένος σε δυο πατρίδες! Έξω υποφέρει από νοσταλγία, μέσα από έλλειψη εργασίας, ικανής να του δώσει λίγα απ' αυτά που του προσφέρει η ξενιτιά και κυρίως να του προσφέρει ευνοϊκές συνθήκες για το μέλλον των παιδιών του. Έτσι, κατά κανόνα, προτιμά να ζει εκεί που βρέθηκε και να πορεύεται με τα βιώματα και τα συναισθήματά του, από του να "αγκυροβολήσει στην Ιθάκη του".
Η πατρίδα βλέπει και νιώθει με πόνο να χάνεται το εργατικό και πνευματικό δυναμικό της που θα μπορούσε να την οδηγήσει ταχύτερα στον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη...
Όμως το συναίσθημα που έχει στην ανθρώπινη φύση ρίζες πολύ βαθύτερες από τη λογική θα εξακολουθεί να τον κρατά δέσμιο στον τόπο που αντίκρισε το πρώτο φως της ζωής και σαν μαγνήτης να τον τραβά κοντά του, όσο μακριά κι αν βρίσκεται. Αυτό που του απομένει και ισορροπεί τον ψυχικό του κόσμο είναι να τη χαίρεται ως επισκέπτης και προσκυνητής, όσο μπορεί συχνότερα, ενισχύοντας, παράλληλα, και την ισχνή οικονομία της.
Αυτό το καλοκαίρι, με την άρση του "απαγορευτικού", λόγω Covid, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες μετανάστες, μαζί και με εκατομμύρια ξένους πλημμύρισαν τη Χώρα μας για τις φυσικές ομορφιές, τη θάλασσα, τα μνημεία και την ιστορία της. Ανάμεσά τους και πάρα πολλοί συμπατριώτες μας απ' όλα τα μήκη και τα πλάτη της υδρογείου κατέπλευσαν, ως τουρίστες και αυτοί, στο νησί του πόθου και της νοσταλγίας τους. Για ν' αγκαλιάσουν πρόσωπα αγαπημένα, να πατήσουν χώματα ιερά. Μοναδική η εικόνα της Καλύμνου παντού! Στα προσκυνήματα, στις παραλίες, στις εκδηλώσεις, στα κέντρα.
Ξανασυναντήσαμε στα σοκάκια και στα καλντερίμια, στις ταβέρνες και τα ουζερί, συμπατριώτες μας από αγγλόφωνες και γαλλόφωνες χώρες με τη χαρακτηριστική φινέτσα και προφορά τους, με το γλωσσικό τους ιδίωμα που το διατηρούν, όπως το πήραν από τους γονείς τους και καθώς το ανακατεύουν με ξενικές λέξεις και φράσεις φαίνονται ακόμα πιο συμπαθητικοί σε μας τους ενδημούντες. Μας ξαναθύμησαν γλωσσικούς τύπους, τους οποίους εμείς έχουμε εγκαταλείψει εδώ και πολλές δεκαετίες. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα διαλόγου το επιβεβαιώνουν:
_ Μπονζούρ, Σεβαστή. Σαβά;
_Σαβά!
_Εψές, Καλοτίνα, ηπήαμε στην Παλιόνησο. Τρε-ζολί!!! Εκεί τα παιδιά μπορούν ούλη μέρα (ν)α παίζουσι και α κλουμπούσι! ****
_ Ε φοάστε α μη πνιούσι;
_Μαι, νο! Ξέρουσι μπάνιο! Ήντα Καλυμνάκια θα ήτο!
_Τόσο μικρά! Ο λα λα!!!
Και λίγο παραπέρα:
_Χελόου, θείο! Χάου αρ γιου;
_Καλά, "ανεψιέ" . Εσύ;
_Βέρυ γουέλ! Μπατ, ούλα εδώ πολύ ακριβά! Ουάου!!!
Ο μετανάστης παρά τις δικαιολογημένες πικρίες και τα παράπονα προς τη φτωχή και ανήμπορη μάνα να τον κρατήσει κοντά της, εξακολουθεί πάντα και συνεχίζει μέχρι σήμερα να τη λατρεύει, να την επισκέπτεται και να τη στηρίζει. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ποια θα ήταν η εικόνα της μεγάλης και της μικρής πατρίδας χωρίς τη δική του αιμοδοσία.
Δεν ξέρω, αν η Ελλάδα ευγνωμονούσα έστησε κάπου ανδριάντα στο όνομα του άγνωστου, του αφανή μετανάστη, ακολουθώντας το παράδειγμα της προγονικής παρακαταθήκης που αφιέρωνε μνημεία σε επώνυμους και ανώνυμους ήρωες, υπερασπιστές και ευεργέτες.
Η Κάλυμνος, πάντως, ως Δήμος με το μεγαλύτερο, πανελλήνια, ποσοστό ομογενών της Διασποράς, αλλά και με βάση το μέγεθος της ευεργεσίας που γνώρισε σε χαλεπούς καιρούς και εξακολουθεί να απολαμβάνει μέχρι σήμερα, οφείλει να διαφυλάξει και να αποτυπώσει στη συλλογική της μνήμη, την ιστορία, τις περιπέτειες, τα προβλήματα, τους καημούς, τα όνειρα και τις επιτυχίες του Απόδημου Καλύμνιου. Αλλά, κυρίως, την ανεκτίμητη προσφορά του. Η ίδρυση και λειτουργία ενός Μεταναστευτικού Μουσείου, όπου θα συγκεντρώνεται κάθε σχετικό γραπτό, φωτογραφικό και ηχητικό υλικό, συνιστά δικό μας καθήκον. Όπως και δικό μας χρέος ευγνωμοσύνης αποτελεί η ανέγερση ενός Μνημείου, πλάι στον Καλύμνιο Σφουγγαρά, αφιερωμένο στον "Ανώνυμο Καλύμνιο Μετανάστη- Ευεργέτη"*****.
ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΙΚΑ:
*Για να λησμονήσει την πατρίδα του. (Ομήρου Οδύσσεια, ραψ. α, στ. 57).
**Καπνό να ανεβαίνει από αναμμένη "παραστιά".(Ομήρου ραψ. α, στ.58)
***Κατεβάστε από το διαδίκτυο το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη "Ποσειδωνιάται", για να τους γνωρίσετε.
**** Τη ρηματική κατάληξη _ουσι της αττικής διαλέκτου οι Καλύμνιοι την κράτησαν 2500 χρόνια! Από την κλασική αρχαιότητα μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα στην καθημερινή ομιλία τους! Εξακολουθούν να τη χρησιμοποιούν μέχρι σήμερα αρκετοί, και όσοι έφυγαν από την πατρίδα, πριν από το Β' παγκόσμιο πόλεμο!
***** Η πρόταση αυτή περιέχεται στην παρακάτω Μελέτη, από το το 2011.Το νησί μας διαθέτει τον καλλιτέχνη που μπορεί άριστα να την εκφράσει. Στον Δήμο εναπόκειται το χρέος να την υλοποιήσει.
ΥΓ: Η ανάρτηση αποτελεί επικαιροποιημένο απόσπασμα σε διασκευή από Μελέτη που δημοσιεύτηκε στον ΙΘ' τόμο των Καλυμνιακών Χρονικών .
Κάλυμνος, Σεπτέμβριος 2022