Στην όχι και τόσο παλιά Πόθια, δύο με τρεις δεκαετίες προπολεμικά και άλλες τόσες μεταπολεμικά, ένα από τα χαρακτηριστικά της ήταν η συνύπαρξη μεγάλων και ταπεινών κτισμάτων. Έβλεπες μερικά ογκώδη και επιβλητικά κτίρια στον οικοδομικό ιστό της πόλης και δίπλα τα παλαιά ισόγεια ή δίπατα καλύμνικα σπίτια, πριν η αστική ορμή του νησιού τα μετατρέψει σε πολυώροφα, κάτι σαν μικρές πολυκατοικίες. Τα ογκώδη και χαρακτηριστικά αυτά κτίρια έδιναν τότε και το στίγμα ορισμένων τοποθεσιών της πόλης.
Στον κεντρικό άξονα της πόλης, υπήρχε τότε ένα τέτοιο μεγάλο και καλαίσθητο κτίριο, μακρόστενο, με εντυπωσιακή μαρμάρινη είσοδο, στη θέση του σημερινού ΚΑΠΗ, που έμεινε στην ιστορία με την ονομασία «Ταπητουργείο». Δέσποσε στην περιοχή πάνω από μισό αιώνα και άφησε την ονομασία του να μνημονεύεται και να χαρακτηρίζει την τοποθεσία ακόμα και σήμερα.
Το βλέπω σε φωτογραφίες εποχής και αισθάνομαι τις στρώσεις του χρόνου να εξαφανίζονται απρόσμενα, να με αιφνιδιάζουν, να επαναφέρουν εικόνες της μαθητικής μου ζωής. Ξανάρχονται στο νου μαθητικές θεατρικές παραστάσεις, ομιλίες, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, κινηματογραφικές ταινίες στον όροφο, αγάλματα και μουσειακά ευρήματα στο ημιυπόγειο αυτού του εμβληματικού κτιρίου.
Αναφέρομαι στις δεκαετίες από το 1940 έως το 1970, κατά τις οποίες η γενιά η δική μου το γνώρισε σαν το σημαντικότερο πολιτιστικό κέντρο του νησιού και με την απορία πάντοτε της περίεργης ονομασίας του, ως «Ταπητουργείο», η οποία προφανώς μαρτυρούσε κάποια ιστορική καταβολή και διαφορετική χρήση από αυτή που ζήσαμε εμείς τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.
Το αρχικό οικόπεδο του κτιρίου αποκτήθηκε με δωρεά του συμπατριώτη μας Εμμανουήλ Χιλιοχρονίτη επί οθωμανικής περιόδου και το κτίριο αναγέρθηκε το 1914 με την οικονομική συμμετοχή της Δημογεροντίας, για να λειτουργήσει ως Κοινοτικό Νηπιαγωγείο. Δεν λειτούργησε ποτέ ως σχολείο, ενώ το 1928 άρχισε να λειτουργεί ως σχολή και βιοτεχνία ταπήτων, με την ονομασία «Ταπητουργείο» και με την πρόσληψη, ως διδασκαλισσών ύφανσης ταπήτων, δύο αδελφών αρμενικής καταγωγής. Προς το τέλος της 10ετίας του 1930 η χρήση του κτιρίου ως Ταπητουργείο ατονεί και οι Ιταλοί το χρησιμοποιούν πλέον ως αίθουσα εκδηλώσεων και κινηματογράφο, με την ονομασία «Θέατρο Roma».
Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της Δωδεκανήσου από την Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση Δωδεκανήσου, αλλά και μετά την Ενσωμάτωση, τις 10ετίες 1950 και 1960, το κτίριο του λεγόμενου «Ταπητουργείου» θα διατηρήσει μεν την ονομασία αυτή, αλλά δεν θα έχει πλέον καμία σχέση με την παραγωγή ταπήτων. Θα χρησιμοποιείται ως αίθουσα θεάτρου, ομιλιών και εκδηλώσεων, αλλά και ως Μουσείο Καλύμνου στο ημιυπόγειο. Είναι ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε την εικοσιπενταετή περιπέτεια της χρήσεως του κτιρίου του Ταπητουργείου μετά την απελευθέρωση. Ανήκει πράγματι στα αξιοθαύμαστα ο οργασμός πολιτιστικής δραστηριότητας που συνοδεύει τις δύο πρώτες δεκαετίες ελεύθερης ζωής ενός μικρού τόπου, όπως το νησί της Καλύμνου, ιδιαίτερα μετά από έναν καταστροφικό Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Φωτισμένοι εκπαιδευτικοί οι οποίοι δίδαξαν στον τόπο τους κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής στα Κοινοτικά Σχολεία και άλλοι, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εκπατριστούν στην ελεύθερη Ελλάδα λόγω των διωγμών από τους κατακτητές και επέστρεψαν στο νησί, από τις πρώτες μέρες της απελευθέρωσης, στελέχωσαν άμεσα τα σχολεία, Δημοτικά και Γυμνάσια. Πολλοί από αυτούς δεν αρκέστηκαν στο συνηθισμένο διδακτικό έργο, αλλά ανέδειξαν και μια πλούσια καλλιτεχνική και πολιτιστική δράση, από τις πρώτες μέρες ανοίγματος των σχολείων μετά τη λήξη του πολέμου.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Γυμνασιάρχης, του τότε Γυμνασίου Θηλέων, Γεώργιος Κουκούλης. Ο προικισμένος αυτός εκπαιδευτικός, με πολύπλευρες ικανότητες, αεικίνητος, ασχολήθηκε από την πρώτη στιγμή και με το ανέβασμα θεατρικών παραστάσεων, σε μια εποχή που ο κόσμος διψούσε για πολιτιστικές εκδηλώσεις, τις οποίες είχε στερηθεί στα μαύρα χρόνια του πολέμου.
Στη θεατρική σκηνή του Ταπητουργείου ζωντάνεψαν θεατρικά έργα του Βασίλη Ρώτα «Να ζει το Μεσολόγγι», του Σπύρου Μελά «Παπαφλέσσας», των δικών μας Γιάννη Μαγκλή, Γιάννη Ζερβού και άλλων θεατρικών συγγραφέων, τα οποία άφησαν εποχή. Σκηνοθέτης, μουσικός, πρωταγωνιστής στις περισσότερες παραστάσεις, ήταν ό ίδιος. Ερασιτέχνες ηθοποιοί ήταν οι μαθήτριες του στο Γυμνάσιο Θηλέων, αλλά και μαθητές από άλλα σχολεία, καθηγητές, δάσκαλοι, δημόσιοι υπάλληλοι και υπάλληλοι οργανισμών. Γενικά οι επιλογές του απλώνονταν σε ένα ευρύ φάσμα Καλυμνίων, σε όσους και όσες διέκρινε ο ίδιος ταλέντο, το οποίο ικανοποιούσε τις σκηνοθετικές προσδοκίες του.
Εξαιρετική ήταν επίσης και η παράσταση της Αντιγόνης του Σοφοκλή, με μετάφραση της αρχαίας αυτής τραγωδίας σε σύγχρονη δημοτική γλώσσα από τον Γεώργιο Κουκούλη. Αλλά και η συμμετοχή των Οδηγών της Καλύμνου, στην πλούσια θεατρική κίνηση εκείνης της εποχής, με διδασκαλία της Εφόρου τους Θεμελίνας Καπελλά, ανεβάζοντας τα θεατρικά έργα «Μονάκριβη» του Γρ. Ξενόπουλου και την κωμωδία του Μπάμπη Άννινου «Ζητείται υπηρέτης», τον Μάιο του 1954.
Η σκηνή του Ταπητουργείου εξακολουθούσε να φιλοξενεί θεατρικές παραστάσεις και από το Νικηφόρειο Γυμνάσιο, κυρίως με σκηνοθεσία του καθηγητή Νικολάου Δρη, όπως το δράμα «Νικηφόρος Φωκάς», αλλά και πολλές σχολικές γιορτές και παραστάσεις από Γυμνάσια και Δημοτικά Σχολεία, κυρίως σε Εθνικές Επετείους, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1960. Από τις τελευταίες σχολικές παραστάσεις που δόθηκαν στην αίθουσα του Ταπητουργείου το 1969, πριν κατεδαφιστεί, ήταν και αυτές με σκηνοθεσία της νεαρής τότε καθηγήτριας του Γυμνασίου Θηλέων Πολύμνιας Θεοδωρίδου – Μαμή, η οποία υπήρξε παλαιότερα μαθήτρια του Γυμνασιάρχη Γεωργίου Κουκούλη. Την περίοδο 1966-67 ο Αλέξης Αλεξιάδης, της οικογένειας του Δημητρίου Αλεξιάδη, Καλύμνιος σπογγέμπορος στην Ισπανία, επισκέπτεται τον τόπο καταγωγής του και δωρίζει στο Δήμο 1.000.000 δρχ., ποσό ιδιαίτερα υψηλό για την εποχή, για τη δημιουργία δημοτικού παιδικού σταθμού. Τα χρόνια περνούν οικόπεδο δεν βρίσκεται και ρίπτεται η ιδέα, από την τότε Δημαρχία, της κατεδάφισης του Ταπητουργείου και της αξιοποίησης του οικοπέδου για τον παραπάνω σκοπό.
Όπως είναι φυσικό προκαλούνται σοβαρές αντιδράσεις για την απόφαση αυτή. Χωρίς να έχω εξακριβώσει ποιος μηχανικός το είχε κατασκευάσει, (πιθανόν ο Αλέκος Ανδρέης), ήταν ένα κτίριο με απλές γραμμές, με ελκυστική νεοκλασική πρόσοψη, στο κέντρο της Πόθιας, το οποίο είχε συνδεθεί με την ιστορία της πόλης. Επί πλέον εξακολουθούσε να είναι η μοναδική δημοτική αίθουσα πολιτισμού εκείνη την εποχή.
Τελικά το κτίριο κατεδαφίζεται αρχές της 10ετίας του 1970 και ανεγείρεται το σημερινό, με κάποιες προδιαγραφές παιδικού σταθμού. Φτάνει μέχρι τους σοβάδες αλλά τα χρήματα της δωρεάς Αλεξιάδη τελειώνουν. Αποπερατώνεται από το Δήμο το 1984 και στεγάζει πλέον το ΚΑΠΗ Πόθιας και κάποιες άλλες υπηρεσίες του Δήμου, ενώ ο χαμηλοτάβανος όροφος χρησιμοποιείται ως αίθουσα πολλαπλών χρήσεων. Επειδή στη βορειοδυτική πλευρά του ορόφου είχε δημιουργηθεί μια ευρύχωρη ταράτσα, αποφασίζεται στο χώρο αυτό να δίνει τις πρώτες παραστάσεις της, τους θερινούς μήνες, η νεοϊδρυθείσα Θεατρική Ομάδα Καλύμνου, η οποία ήταν έμπνευση και έργο της καθηγήτριας Αγγλικών Κατερίνας Κλωνάρη. Λίγο αργότερα ο χώρος σκεπάζεται και δημιουργείται το σημερινό Δημοτικό Θεατράκι. Τουλάχιστον ήταν ευτύχημα ότι δημιουργήθηκε αυτή η μικρή θεατρική γωνιά, ως μακρινή ανάμνηση από τη θεατρική σκηνή του παλαιού κτιρίου του Ταπητουργείου, το οποίο στέγασε τις πρώτες μεταπολεμικές θεατρικές παραστάσεις και την πολιτιστική κίνηση του νησιού επί μία 25ετία. Ατενίζοντας το σημερινό κτίριο του ΚΑΠΗ έχω την αίσθηση ότι στρώσεις ιστορίας της πόλης μας, της Πόθιας, περισσότερες του μισού αιώνα, αναδεύει στο νου ο λησμονημένος προκάτοχός του. Ίσως οι ιστορίες των κτιρίων να μοιάζουν, κάπου-κάπου, με τις ιστορίες των ανθρώπων. Γεννιούνται, μεγαλώνουν, ξετυλίγουν το χρόνο της ζωής τους και κάποια στιγμή έρχεται η ώρα της οριστικής αποχώρησης. Κάπως έτσι γίνεται και με τα κτίρια. Κάποτε δεν είναι πλέον χρηστικά, εγκαταλείπονται, ερειπώνονται, παύουν να δικαιολογούν την ύπαρξή τους και κατεδαφίζονται. Συμβαίνει όμως κάποιες φορές, όπως και στους ανθρώπους που αποχωρούν ξαφνικά από τη ζωή στην ακμή της παραγωγικότητάς τους, κτίρια ιστορικά και ιδιαίτερα χρήσιμα να κατεδαφίζονται από εσφαλμένες εκτιμήσεις και να κόβεται πρόωρα το νήμα της ζωής τους. Προσωπικά πιστεύω ότι ήταν ένα από τα σημαντικά λάθη των τοπικών αρχόντων μας εκείνης της εποχής η κατεδάφιση του εμβληματικού αυτού κτιρίου, που έμεινε στην τοπική ιστορία της Καλύμνου με την ονομασία «Ταπητουργείο».